ΣΤΗ ΜΟΝΑΔΑ

ΩΟΛΗΨΙΑ

Πρόκειται για τη διαδικασία που ακολουθείται για να ληφθούν ωάρια από τις ωοθήκες. Διαρκεί περίπου 30 λεπτά και είναι πρακτικά ανώδυνη, αφού γίνεται υπό ενδοφλέβια αναλγησία-μέθη. Για το λόγο αυτό, η γυναίκα θα πρέπει να είναι νηστική. Με τη χρήση διακολπικού υπερήχου, ώστε να έχει συνεχή εικόνα των ωοθηκών, ο γιατρός εισάγει μία λεπτή βελόνα η οποία διαπερνά το τοίχωμα του κόλπου και παρακεντεί τα ωοθυλάκια. Το περιεχόμενο του κάθε ωοθυλακίου αναρροφάται σε ειδικά σωληνάκια και παραδίδεται στο εμβρυολογικό εργαστήριο, όπου ο εμβρυολόγος εξετάζει το ωοθυλακικό υγρό στο μικροσκόπιο, εντοπίζει και συλλέγει τα ωάρια.

Μετά το πέρας της ωοληψίας, η γυναίκα παραμένει στη μονάδα για 1-2 ώρες. Στη συνέχεια, καλό θα είναι να αποφύγει την έντονη δραστηριότητα για εκείνη την ημέρα.

Οι επιπλοκές της ωοληψίας είναι σπάνιες, συμβαίνουν σε ποσοστό 3-5 ανά 1.000 περιστατικά και αφορούν περιπτώσεις αιμορραγίας, φλεγμονής ή ενδοκοιλιακού αποστήματος. Συνήθως αντιμετωπίζονται συντηρητικά, ενώ πολύ σπάνια απαιτείται χειρουργική προσέγγιση.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΜΒΡΥΩΝ – METABOLOMICS

Ενόσω τα έμβρυα παραμένουν στο εργαστήριο, ελέγχεται η ανάπτυξή τους και η μορφολογία τους, ώστε κατά την εμβρυομεταφορά (2-3 ημέρες μετά την ωοληψία ή 5-6 ημέρες, σε περίπτωση βλαστοκύστεων) να επιλέξουμε τα καλύτερα έμβρυα.

Το πόσο πιθανό είναι να επιτευχθεί εγκυμοσύνη συνδέεται με την ποιότητα των εμβρύων που θα μεταφερθούν στη μήτρα. Από την άλλη πλευρά, όσο αυξάνει ο αριθμός των εμβρύων που μεταφέρονται τόσο αυξάνει και η πιθανότητα πολύδυμης κύησης, με όλες της επιπλοκές που αυτή συνεπάγεται.

Ακόμη, λόγω των περιορισμών του νομοθετικού πλαισίου σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όσον αφορά τον αριθμό των ωαρίων που μπορούν να γονιμοποιηθούν ή τον αριθμό των εμβρύων που μπορούν να μεταφερθούν, είναι ακόμη πιο επιτακτική η ανάγκη για την επιλογή του πλέον κατάλληλου εμβρύου. Η ποιότητα του εμβρύου εξαρτάται από:

-Την ποιότητα του γενετικού υλικού, δηλαδή των ωαρίων και των σπερματοζωαρίων

-Το πρωτόκολλο διέγερσης των ωοθηκών

-Την ποιότητα του εμβρυολογικού εργαστηρίου

Τα έμβρυα κατατάσσονται με βάση κυρίως δύο κριτήρια: το ρυθμός ανάπτυξής τους και τη μορφολογία τους.

Ο ρυθμός ανάπτυξης των εμβρύων σχετίζεται με τον αριθμό των βλαστομεριδίων-κυττάρων των εμβρύων. Έτσι, 42-44 ώρες μετά τη γονιμοποίηση, δηλαδή τη 2η ημέρα μετά την ωοληψία, τα έμβρυα θα πρέπει να εμφανίζουν 2-4 βλαστομερίδια, ενώ 69-72 ώρες μετά τη γονιμοποίηση, δηλαδή την 3η ημέρα μετά τη γονιμοποίηση, ο αριθμός των βλαστομεριδίων θα πρέπει να είναι 6-8.

Η μορφολογία των εμβρύων χαρακτηρίζεται από την παρουσία ή όχι κυτταροπλασματικών θραυσμάτων καθώς και από το σχήμα των βλαστομεριδίων. Έμβρυα χωρίς κυτταροπλασματικά θραύσματα και με σφαιρικά, ισομεγέθη βλαστομερίδια έχουν στατιστικά μεγαλύτερες πιθανότητες εμφύτευσης από εκείνα που εμφανίζουν μεγάλο ποσοστό κυτταροπλασματικών θραυσμάτων και ανισομεγέθη βλαστομερίδια.

Τα τελευταία χρόνια γίνονται πολλές έρευνες παγκοσμίως για να βρεθούν σωστότεροι και αντικειμενικότεροι τρόποι αξιολόγησης της ποιότητας των εμβρύων, χωρίς ακόμα να έχει επικρατήσει κάποιος ως καλύτερος.

ΠΡΟΕΜΦΥΤΕΥΤΥΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΕΜΒΡΥΩΝ

Η Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση (preimplantation genetic diagnosis-PGD) και ο Προεμφυτευτικός Γενετικός Έλεγχος (preimplantation genetic screening-PGS) είναι έλεγχοι που γίνονται με βιοψία σε ένα από τα κύτταρα του εμβρύου. Στόχος, να ελεγχθούν τα έμβρυα πριν από την εμβρυομεταφορά τους για την ύπαρξη ανωμαλιών στον αριθμό ή τη δομή των χρωμωσωμάτων τους, πχ σύνδρομο Down, καθώς και για τον έλεγχο συγκεκριμένων γονιδιακών παθήσεων, πχ μεσογειακή αναιμία, κυστική ίνωση, μυϊκή δυστροφία κλπ.

Ο έλεγχος γίνεται με συγκεκριμένες εργαστηριακές τεχνικές (FISH, PCR) και πραγματοποιείται όταν το έμβρυο βρίσκεται είτε στην 3η ημέρα ανάπτυξης (στάδιο των 8 κυττάρων ή στάδιο αυλάκωσης), οπότε και αφαιρείται ένα κύτταρο, είτε στην 5η ημέρα ανάπτυξης (στάδιο βλαστοκύστης), που το έμβρυο έχει εκατοντάδες κύτταρα και αφαιρούνται 4-5.

Εφόσον η αφαίρεση του βλαστομεριδίου γίνει με σωστή τεχνική και από εξειδικευμένο και έμπειρο εμβρυολόγο, δεν φαίνεται να επηρεάζει την πιθανότητα επιβίωσης του εμβρύου, ούτε την πιθανότητα εμφύτευσης και επίτευξης κλινικής εγκυμοσύνης. Όσον αφορά την υγεία των παιδιών που γεννιούνται μετά από προεμφυτευτικό έλεγχο, έχουν μελετηθεί περισσότερα από 100.000 περιστατικά και το ποσοστό συγγενών ανωμαλιών είναι το ίδιο όπως και στα παιδιά που γεννιούνται με εξωσωματική χωρίς προεμφυτευτικό έλεγχο.

Η βιοψία εμβρύων είναι σαφές ότι δεν έχει θέση σαν έλεγχος ρουτίνας σε κάθε κύκλο εξωσωματικής. Επιπλέον, δεν μπορεί να ελέγξει όλες τις πιθανές γονιδιακές παθήσεις. Ο συγκεκριμένος έλεγχος προτείνεται όταν:

-Και οι δύο γονείς είναι φορείς συγκεκριμένου γνωστού παθολογικού γονιδίου, πχ β-μεσογειακής αναιμίας, κυστικής ίνωσης κλπ, και θέλουμε να αποκλείσουμε την παρουσία της νόσου στο έμβρυο

-Υπάρχει παθολογικός καρυότυπος σε έναν από τους δύο γονείς, πχ μωσαϊκό Turner

-Υπάρχει αδερφάκι με συγκεκριμένη χρωμοσωμική ή γονιδιακή ανωμαλία

-Πρέπει να γίνει επιλογή φύλου σε ύπαρξη γονιδίου φυλοσύνδετου νοσήματος, πχ εύθραυστο Υ χρωμόσωμα, αιμορροφιλία κλπ

Χάρη στη συνεχή εξέλιξη της γενετικής και της εμβρυολογίας είναι πολύ πιθανόν στο άμεσο μέλλον η Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση να χρησιμοποιείται σε περισσότερους κύκλους εξωσωματικής, δίνοντας απαντήσεις σε περιπτώσεις επαναλαμβανόμενων αποτυχημένων προσπαθειών και επιτρέποντας την καλύτερη και ασφαλέστερη επιλογή υγιών εμβρύων για εμβρυομεταφορά.

ΕΜΒΥΟΜΕΤΑΦΟΡΑ

Πρόκειται για τη διαδικασία της μεταφοράς και εναποθέσεως των εμβρύων στην κοιλότητα της μήτρας. Γίνεται 2-3 ημέρες μετά την ωοληψία, ενώ στην περίπτωση καλλιέργειας των εμβρύων μέχρι το στάδιο των βλαστοκύστεων γίνεται 5-6 ημέρες μετά την ωοληψία.

Περιγραφή: Πρόκειται για μία ανώδυνη διαδικασία, η οποία διαρκεί συνήθως 15 λεπτά και δεν απαιτεί την χορήγηση αναισθησίας.Την ημέρα της εμβρυομεταφοράς η γυναίκα πρέπει να έχει πιει αρκετό νερό, έτσι ώστε να είναι ορατή η ουροδόχος κύστη με διακοιλιακό υπερηχογράφημα. Ο εμβρυολόγος, αφού επιλέξει τα έμβρυα που θα μεταφερθούν σε συνεργασία με το γιατρό, τα αναρροφά σε έναν ειδικό καθετήρα. Ο γυναικολόγος, με την βοήθεια-καθοδήγηση κοιλιακού υπερήχου, εισάγει τον καθετήρα στην κοιλότητα της μήτρας, όπου και αφήνει τα έμβρυα με εξαιρετικά ήπιες κινήσεις.

Μετά τηνν ολοκλήρωση της διαδικασίας, η γυναίκα παραμένει ξαπλωμένη στην μονάδα για περίπου 1 ώρα. Σε περίπτωση που μένει στην επαρχία δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα να ταξιδέψει. Τις επόμενες 3-4 ημέρες μετά την εμβρυομεταφορά, καλό είναι να είναι περιορισμένη η δραστηριότητά της στο σπίτι, χωρίς όμως να είναι αναγκαίο να είναι συνεχώς ξαπλωμένη. Δώδεκα (12) ημέρες μετά την εμβρυομεταφορά, μετράται μία ορμόνη στο αίμα της γυναίκας, η β-χοριακή γοναδοτροπίνη, για να διαπιστωθεί αν έχει επιτευχθεί ή όχι εγκυμοσύνη.

Αριθμός εμβρύων που μεταφέρονται

Ο αριθμός των εμβρύων που επιλέγουμε για εμβρυομεταφορά είναι πάρα πολύ σημαντικός, γιατί καθορίζει την πιθανότητα επίτευξης πολύδυμης κύησης. Σύμφωνα λοιπόν με το νομικό πλαίσιο που ισχύει στη χώρα μας, σε γυναίκες ηλικίας έως και 39 ετών μεταφέρονται πλέον έως δύο (2) έμβρυα, σε γυναίκες 40 ετών έως 3 έμβρυα, ενώ σε γυναίκες άνω των 40 ετών μπορούν να μεταφερθούν έως 4 έμβρυα. Σε περίπτωση που τα έμβρυα προέρχονται από ωάρια δότριας, τότε επιτρέπεται η εμβρυομεταφορά έως 2 εμβρύων, ανεξάρτητα από την ηλικία της δέκτριας.